Αλεξανδρος ο Μεγας

Αλέξανδρος ο Μέγας της Natasha Fraser-Cavassoni

ΠΑΡΙΣΙ Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένας θρύλος της τέχνης που λεγόταν
Αλέξανδρος Ιόλας. Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, το πάθος του
εμπόρου τέχνης ήταν μεγάλο, τολμηρό, με ποιητικές καταβολές. Όταν οδηγούσε στη φεγγαρόλουστη Αθήνα, πίστευε ότι βρισκόταν στην Αρχαία Ελλάδα. "Μπορώ να δω τους θεούς, μπορώ να δω τους θεούς", έλεγε με ενθουσιασμό. Μπορείς να δεις τον Ιόλα ακόμα και 35 χρόνια μετά το θάνατό του, τον Ιούνιο του 1987. Είναι εκεί στο The Andy Warhol Diaries του Netflix, το έργο του τεκμηριώνεται σε βιογραφία από την ανιψιά του, Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, εκείνος ήταν η στοιχειωμένη παρουσία πίσω από τη δημοπρασία της Συλλογής André Mourgues – Ο Αλέξανδρος Ιόλας και οι καλλιτέχνες του στο Sotheby’s τον Μάρτιο του 2022, στο Παρίσι.

Η είσοδος στα δωμάτια πώλησης του Sotheby’s γίνεται απόκοσμη. Πρόκειται για τη
δύναμη των επιλογών του Ιόλα και την τρυφερή στοχαστικότητα που συνοδεύει κάθε
κομμάτι, είτε πρόκειται για το χάλκινο γλυπτό του Max Ernst La Plus Belle, για την
Compensation Symbolique του Victor Brauner, για το Le Viol του Magritte, είτε για
μια θεαματική Αιγυπτιακή αρχαιότητα, μια λεοντοκεφαλή από γρανίτη. Το μάτι του
Ιόλα και η ενέργειά του είναι πανταχού παρόντα· είναι σχεδόν σαν να είναι εκεί, να
σε ξεναγεί. Σύμφωνα με τον Mourgues, τον μόνιμο σύντροφο του Ιόλα από το 1962,
αυτό ήταν το σημαντικότερο. «Οι καλλιτέχνες ήταν η οικογένειά του, και η γκαλερί το σπίτι του», λέει ο Παριζιάνος.

Δεδομένου ότι ο Ιόλας ήταν ο μεγάλος πρωταθλητής της avant-garde τον εικοστό
αιώνα, στην εμπνευσμένη λίστα των προαναφερθέντων σουρεαλιστών καλλιτεχνών
συνυπάρχουν έργα των William Copley, Αλέκου Φασιανού, Lucio Fontana, Robert
Matta, Niki de Saint Phalle, Martial Raysse, Ed Ruscha, Andy Warhol και, φυσικά, η
τρέχουσα τάση: Claude και François-Xavier Lalanne. Παρόλα αυτά, τα πάντα
αποπνέουν μια αίσθηση αρμονίας και ολοκλήρωσης, δημιουργώντας ένα
περιβάλλον φιλικής συνάθροισης. Αν και η Συλλογή Mourgues εκτοξεύτηκε στη
δημοπρασία – για περισσότερα από εννέα εκατομμύρια ευρώ – είναι σχεδόν κρίμα
που διαχωρίστηκε αντί να αποκτηθεί από κάποιο μουσείο ή καινοτόμο συλλέκτη,
κάποιον σημερινό αντίστοιχο των Dominique και Jean de Menil. Πελάτες ζωτικής
σημασίας για τον Ιόλα, ήταν οι πεφωτισμένοι ιδρυτές της συλλογής de Menil, ενός
καταφυγίου με έδρα το Χιούστον που περιλαμβάνει και το Rothco Chapel.
Άκουσα πρώτη φορά για τον Ιόλα από τον προστατευόμενο των de Menil, τον Fred
Hughes. Ήμασταν στη Νέα Υόρκη, στο Andy Warhol Studio. Ήταν Μάρτιος του
1987, ο Andy είχε μόλις πεθάνει, και ο Fred, επιχειρηματικός διευθυντής του ποπ
καλλιτέχνη, αναφερόταν συνέχεια στον Ιόλα του. Ο Fred οργάνωνε εκδήλωση στη
μνήμη του και σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει εικόνες από τον Μυστικό Δείπνο, την
τελευταία έκθεση του Warhol, κατά παραγγελία Ιόλα. Μπορώ ακόμα να δω τον Fred
με τα γυαλιστερά μαύρα μαλλιά του και τα ευφραδή χέρια του, που γίνονταν δύσκαμπτα και κινούνταν απότομα όταν κάτι τον ενοχλούσε. Πάντα λεπτός, πάντα
κομψός, πάντα δεκαετία του ’30, με ένα από τα ανθρακί-μαύρα κοστούμια του, ο
Fred ήταν η αντίθεση του Ιόλα. Όντως, και οι δύο έβαφαν τα μαλλιά τους, αλλά ο
Ιόλας, με το καστανοκόκκινο φουσκωτό του χτένισμα, τις πολύχρωμες γούνες, τα
τεράστια γυαλιά ηλίου, τα ψηλά τακούνια και τα πολυτελή κοσμήματα, πίστευε στην
αξία τού να σε προσέχουν. «Ήταν ο Έλληνας Liberace», αντηχούν τα λόγια του
φωτογράφου Χριστόφορου Μάκου. «Όταν γνωριστήκαμε, ήταν ντυμένος ολόλευκακαι είχα γοητευτεί», λέει η Ελληνίδα καλλιτέχνις Μαρίνα Καρέλλα. «Σκέφτηκα, ποιο είναι αυτό το απίστευτο πλάσμα και από ποιον πλανήτη έρχεται;»
Σαν ελαφρώς διεστραμμένος μεσαιωνικός πρίγκιπας, ο κεκοσμημένος Ιόλας ερχόταν
σε εγκαίνια τέχνης στη Νέα Υόρκη, διασχίζοντας ανεμπόδιστα τα πλήθη, δίνοντας
φιλιά στον αέρα, και χαιρετώντας με τα γεμάτα δαχτυλίδια χέρια του να διαγράφουν
μικρούς κύκλους, μέχρι που συναντούσε κάποιον από τους βραβευμένους συλλέκτες
ή καλλιτέχνες του· τότε άνοιγε τα χέρια του και αναφωνούσε «Αγάπη μου! Πόσο
χαίρομαι που σε βλέπω.» Στο Factory του Warhol, ο Ιόλας απέκτησε δύο προσωνύμια: Αλέξανδρος ο Μέγας, και Αλέξανδρος ο Έλληνας. «Ήταν μια
επανάσταση», λέει ο συγγραφέας Bob Colacello, πρώην συντάκτης του περιοδικού
του Warhol, Interview. «Φανταστείτε σατέν κοστούμια σε έντονα χρώματα και ασορτί παπούτσια με στοιβαγμένο τακούνι, και μια μακριά γούνα με παχύ τρίχωμα – είτε μαϊμού είτε καγκουρό – τοποθετημένη πάνω στους ώμους του σαν κάπα.» Ο Warhol και ο Ιόλας ήταν κοντά. Περιγράφοντάς τους ως δύο εκ του ιδίου είδους που
μοιράζονταν «μια ευαισθησία υψηλού επιπέδου, επίγνωση και ευχαρίστηση προς
τον παραλογισμό της ύπαρξης», ο Colacello θυμάται ότι «τους άρεσε να
κουτσομπολεύουν και να μιλούν για σεξ στις πιο ακατάλληλες στιγμές, να πειράζουν
και να βασανίζουν τους κοντινότερούς τους ανθρώπους, να ζουν πολυτελώς, να
συναναστρέφονται την αφρόκρεμα, να περιστοιχίζονται από αστέρες του
κινηματογράφου, μεγιστάνες και drag queens.»

Όταν προσκάλεσε την Christiana Brandolini d’Adda να δουν τον Rudolf Nureyev να
χορεύει, ο Ιόλας εμφανίστηκε με ένα βιζόν ως το πάτωμα. «Τότε οι άνθρωποι
ντύνονταν κομψά και απλά», εξηγεί η ίδια. «Και κάθε φορά που ο Nureyev πηδούσε,
ο Ιόλας ούρλιαζε από ευχαρίστηση. Πέρα απ' αυτό, ήταν απολαυστικός – τόσο
καλλιεργημένος, με υπέροχους τρόπους.» Η συλλέκτρια έργων τέχνης Jane Holzer
τον απολάμβανε εξίσου. «Ήμουν ερωτευμένη με κάποιον και η συμβουλή του Ιόλα
ήταν “Αγάααπη μου, πρέπει απλά να λιποθυμήσεις, πρέπει απλά να λιποθυμήσεις”»,
λέει γελώντας. «Τον λάτρευα απόλυτα – το πώς κάλυπτε τις μπότες με το υλικό των
κοστουμιών του! – ο Ιόλας ήταν το τέλειο πακέτο.»
Αλλά όπως πολλά «τέλεια πακέτα», ήταν αρκετά ματαιόδοξος. Αυτό έγινε φανερό
όταν εμφανίστηκε με τα πορτρέτα που του είχε φτιάξει ο Andy Warhol το 1974: «O
Ιόλας είπε, “Τι φρίκη, πάρτε τα αμέσως, είναι απαίσια”», θυμάται ο André Mourgues.

«Ήταν πεπεισμένος ότι φαινόταν πολύ γέρος, πραγματικά έπαθε κρίση. Και δεν ήταν απρόβλεπτος τύπος.»

Σύμφωνα με τον Vincent Fremont, τότε, στο Factory του Warhol, ο Ιόλας έτρεξε στο κομμωτήριο, έστησε την πλούσια χαίτη του, και μετά πόζαρε σε Polaroid για τη δεύτερη προσπάθεια του Warhol. «Το γεγονός ότι ο Andy συμφώνησε να το κάνει, δείχνει τo βαθμό της φιλίας τους», λέει ο Fremont. «Θυμηθείτε, ο Ιόλας και ο Andy έχουν ιστορία. Υποστήριζε τον Andy από την έκθεση Δεκαπέντε σχέδια βασισμένα στα γραπτά του Truman Capote στην Hugo Gallery το 1952.»

Ο Ιόλας ήταν μια από αυτές τις μυθικές φιγούρες που θόλωναν ελαφρώς την
αλήθεια. Ισχυριζόταν ότι γεννήθηκε το 1907 ως Κωνσταντίνος Κουτσούδης. Ο André
Mourgues, ωστόσο, τοποθετεί την ημερομηνία γέννησής του πέντε χρόνια νωρίτερα,
το 1902. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Ιόλας γεννήθηκε κοντός, αστραφτερός, και
αποφασισμένος να χορέψει. Άλλαξε το όνομά του νωρίς, βαφτίζοντας τον εαυτό του
Ιόλα, από τον κυπελλοφόρο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γιο του πολεμιστή και

τοποτηρητή Αντίπατρου. Το γεγονός πως Αντίπατρος σημαίνει «σαν» ή «εναντίον
του πατέρα» λέει πολλά για τη σχέση του νεαρού Κωνσταντίνου με τον πατέρα του.
«Το να έχει γκέι γιο ήταν καταστροφή για τον παππού μου», λέει η Ελένη
Κουτσούδη-Ιόλα. «Ήταν επιτυχημένος έμπορος βαμβακιού, τρελαινόταν όταν ο
Ιόλας έφτιαχνε ρούχα για κούκλες – κυριολεκτικά τον πετούσε έξω από το σπίτι.»
«Ο πατέρας του τον έστελνε να εισπράξει το ενοίκιο στην Άνω Αίγυπτο», λέει η Katie
Aga Khan (γνωστή και ως πριγκίπισσα Sadruddin Aga Khan). «Εκείνη την εποχή,
δεν υπήρχαν χρήματα, υπήρχαν χρυσές λίρες. Και ο Ιόλας επέστρεφε σπίτι μόνος
του με το τρένο, κοκαλωμένος από το φόβο πως κάποιος θα τον έκλεβε. Αλλά κανείς
δεν το έκανε. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει πως ένα τόσο μικρό παιδί – ο
δωδεκάχρονος Ιόλας έμοιαζε πέντε – θα μπορούσε ποτέ να κουβαλάει τέτοια ποσά.»
Το ψυχικά ανεπτυγμένο όμως αγοράκι διασκέδαζε περισσότερο με την εκκεντρική
γιαγιά του, που πλήρωνε αυτόν και τα αδέλφια του για να χαϊδεύουν τα καναρίνια,
έτσι ώστε να κελαηδούν όσο έκανε τη σιέστα της. «Αλλά αν [τα παιδιά] ήταν άτακτα,
έβαζε τα δάχτυλά τους στις πρίζες του ρεύματος», θυμάται ο Mourgues. Ευτυχώς, ο
θείος του Ιόλα έδειχνε περισσότερη κατανόηση, δίνοντας χρήματα κρυφά στον
δημιουργικό ανιψιό του, που του επέτρεψαν να φύγει για τη Βαϊμάρη του Βερολίνου
– την τότε χρυσή μητρόπολη των ευκαιριών και των καλλιτεχνικών και σεξουαλικών
πειραματισμών. Εκεί, τον όμορφο, σγουρομάλλη Ιόλα ανακάλυψε η Αυστριακή
χορογράφος Margaret Wallman, η οποία του έδωσε ρόλο στο Ορφέας και Ευριδίκη
του Gluck στο Σάλτσμπουργκ. «Αν και δεν με χαιρέτισαν ως θαύμα, είχα αρκετά
καλές κριτικές που με ενθάρρυναν να συνεχίσω», είπε στον Peter Dragadze από το
περιοδικό Town & Country το Μάιο του 1984. Σύμφωνα με τον Mourgues, ο Ιόλας εμφανίστηκε «σχεδόν ολόγυμνος και βαμμένος χρυσός». Κάποιες κακές γλώσσες έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι οι ρομαντικές περιπέτειες του Ιόλα οδήγησαν σε μυριάδες διαφορετικούς ρόλους σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Όταν χόρευε στο Παρίσι, ο Ιόλας ανακάλυψε το πάθος του για την τέχνη. Την πρώτη
και πιο μακροχρόνια επίδραση πάνω του, είχε ένας πίνακας του Giorgio De Chirico,
Les Mannequins, στη Galerie Raul Levin, της οδού Marignan. «Τον ερωτεύτηκα
αυτόν τον πίνακα, και αφού περπάτησα πάνω κάτω μπροστά στη βιτρίνα κατά μέσο
όρο μία ώρα τη μέρα, κάθε μέρα, για ένα μήνα, μπήκα μέσα και τον αγόρασα», είπε
στον Dragadze. Κόστιζε 20.000 φράγκα, και ο Ιόλας κανόνισε να πληρώνει 100
φράγκα σε εβδομαδιαίες δόσεις. Αφού πόζαρε για τον De Chirico – με αντάλλαγμα
κάποιο σχέδιο ή μικρό πίνακα – ο Ιόλας έγινε φίλος με τους Max Ernst, René
Magritte, Fernand Leger και Jean Cocteau, και σύντομα απέκτησε περίπου σαράντα
έργα. «Ήμουν επίσημα ένας μικρός συλλέκτης στα μέσα της δεκαετίας του ’30», είπε
στο Town & Country.

Συμμετέχοντας στο χορευτικό θιάσο του Μαρκησίου de Cuevas, ιμπρεσάριου στο
μπαλέτο, ο Ιόλας περιόδευσε στην Αμερική και τη Βραζιλία. Υπάρχουν φωτογραφίες
του με παρτενέρ τη Theodora Roosevelt, εγγονή του Αμερικανού Προέδρου. Ήταν
για αρκετά χρόνια δημοφιλείς χάρη στο pas de deux τους – «παρότι η Roosevelt
ήταν ένα πόδι ψηλότερη από τον Ιόλα όταν ανέβαινε στις πουέντ!» λέει ο Mourgues.
Ο Ιόλας θυμάται να χορεύει σε μια άλλη φάση της μπαλετικής του καριέρας «με μια
θαυμάσια σολίστ, ονόματι Florence Meyer», της οποίας η αδελφή, Katherine, έγινε
τελικά η περίφημη Katherine Graham, εκδότρια της The Washington Post. Επειδή ο
Ιόλας δεν μιλούσε Αγγλικά, του συνέστησαν να απαντά «ναι» σε όλα τα έντυπα

μετανάστευσης στην Αμερική. «Έτσι, φυσικά, ναι, ο πατέρας μου ήταν στη φυλακή
και θέλει να σκοτώσει τον Πρόεδρο· ναι, η μητέρα μου ήταν πόρνη· ναι, είχα σύφιλη
και πραγματικά μισούσα τη Νέα Υόρκη», είπε. Και ναι, έστειλαν τον Ιόλα στο Ellis
Island ενώ η Florence Meyer τον περίμενε στην ακτή με μια παλιά Rolls-Royce.
Δέκα χρόνια αργότερα, κάποια ονόματι Donna Maria Ruspoli Victor-Hugo, θα άλλαζε τη ζωή του. Μια μποέμ φιγούρα με διασυνδέσεις στη Νέα Υόρκη, γεννήθηκε Ιταλίδα πριγκίπισσα, παντρεύτηκε έναν πολύ μεγαλύτερό της Γάλλο Δούκα και είχε μια σειρά από συναρπαστικούς εραστές, όπως τον μοχθηρό Gabriele D’Annunzio, πριν παντρευτεί τον δισεγγονό του γίγαντα της Γαλλικής λογοτεχνίας, Victor Hugo. Σε συνεργασία με τον Robert Rothschild και την Elizabeth Arden, η Donna Maria είχε μόλις ανοίξει τη Hugo Gallery στη συμβολή East 55 th Street και Madison Avenue, και πρότεινε στον Ιόλα τη διοίκηση. Άρχισε να επιμελείται ενδιαφέρουσες εκθέσεις παρουσιάζοντας έργα των Leger και Magritte, και εκεί γνώρισε τους de Menil. «Η Dominique και ο Jean θα αποκτούσαν περισσότερα από 450 σημαντικά έργα τέχνης μέσω του Ιόλα», λέει ο William Middleton, συγγραφέας του Double Vision: The Unerring Eye of Art World Avatars Dominique and John de Menil. Πράγματι, ο Ιόλας τούς πούλησε τον πρώτο τους Picasso το 1950, καθώς και το Le Monde Invisible του Magritte και το People begin to fly του Yves Klein. Ο πολυμαθής Πατέρας Marie- Alain Couturier, ο άλλος Ευρωπαίος σύμβουλος τέχνης των de Menil, ξεκάθαρα αποδοκίμαζε τον Ιόλα. Όμως είχε κινήσει το ενδιαφέρον της Dominique de Menil.

«Δεν είχε καλλιτεχνική μόρφωση, κάτι που, κατά κάποιο τρόπο, είναι καλύτερο. Ήταν καθαρά το μάτι που είχε», έγραψε αργότερα με διορατικότητα.

Όταν άνοιξε την Iolas-Jackson Gallery το 1955 με τον Brooks Jackson (πρώην
χορευτή τον οποίο κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει ως τον έρωτα της ζωής του), ο Ιόλας
έφτασε στην κορυφή. Πολλά αξιομνημόνευτα πάρτι έκανε η Adriana, η αριστοκρατική σύζυγος του Brooks, γνωστή για τη βαριά ιταλική της προφορά και για το ότι φορούσε τον κατοικίδιο οσελότο της γύρω από το λαιμό της. «Η Adriana
χαρακτήρισε τον Ιόλα ως υβρίδιο μεταξύ Machiavelli και Pagliaccio – μισός
διπλωμάτης, μισός κλόουν, ένα τέρας», λέει ο Bob Colacello. «Όντως, το αγαπημένο
της παρατσούκλι γι’ αυτόν ήταν “monstro”.»

Οι καλλιτέχνες εκτιμούσαν τον Ιόλα ως προφήτη αλλά και ως τροφοδότη της
αυτοπεποίθησής τους. «Μετά από συνάντηση μαζί του, ένιωθες όπως ο Rothko»,
θυμάται η Μαρίνα Καρέλλα. «Χαζεύοντας το στούντιο, είτε έλεγε, “Είναι τόσο
όμορφο, τόσο ερωτικό”, είτε “Κρύψ’ το, δεν θέλω να το ξαναδώ.”» Για την Καρέλλα,
οι ιδέες του ήταν ακραίες, αλλά πάντα εφικτές και ενδιαφέρουσες. «Να σημειωθεί στα πρακτικά πως ο Ιόλας ήταν πολύ εφευρετικός, ελεύθερος, αλλά ποτέ γελοίος»,
δηλώνει. «Ήταν πολύ ακριβής.» Κάποτε, η Καρέλλα ήθελε να ονομάσει μια έκθεση
Le Chemin de la Mort (Το Μονοπάτι του Θανάτου). «Ήμουν νέα και πολύ
ρομαντική», λέει. «Και ο Ιόλας είπε: “Τρελάθηκες; Ασφαλώς όχι! Βγάλε αυτή τη λέξη
αμέσως.”» Μέσω εκείνου, η Καρέλλα συνάντησε όλους τους σουρεαλιστές
καλλιτέχνες. «Ο Ιόλας έφερε τον Max Ernst και τη σύζυγό του, Dorothea Tanning,
στην Ελλάδα», λέει. «Πολύ Ανατολίτης, κανόνιζε όλοι να γνωρίζονται με όλους.»
Κάποτε άλλοτε, ο Ιόλας κάλεσε ξαφνικά την Καρέλλα για να ανακοινώσει την
επικείμενη άφιξή του με τη Niki de Saint Phalle. «Είπα, “Μου είναι αδύνατο να σε
συναντήσω. Μετακομίζουμε στο Παρίσι.» Και ο Ιόλας ψιθύρισε απειλητικά:

“Μαρίνα, δεν μπορείς να είσαι έτσι. Τι στο διάολο κάνεις;”»

Μπορούσε να παλέψει με τους καλλιτέχνες του. «Κάποτε έγινε μάχη μέχρι τελικής
πτώσης με τη Niki de Saint Phalle», λέει η Καρέλλα. «Κλωτσούσαν ο ένας τον άλλο
στο πάτωμα μέχρι που η Bénédicte de Peslé [η γραμματέας του Ιόλα] μπήκε
ανάμεσά τους.» Όμως, ο Ιόλας ενδιαφερόταν για τη σύνθεση ταλέντων του. Όταν ο
Max Ernst μετακόμισε στο Παρίσι, ο Ιόλας κινητοποιήθηκε να ξεκινήσει την γκαλερί
του στην Boulevard Saint-Germain. «Ο Ιόλας έλεγε πάντα: “Ανοίγω την γκαλερί για
τον Max και θα την κλείσω όταν πεθάνει.” Και το έκανε», λέει ο Mourgues. Υπήρχε
επίσης και η προστατευτική στάση του Ιόλα απέναντι στον άρρωστο Victor Brauner.
«Θέλω να αναλάβω όλες τις δυσκολίες του Victor και να βοηθήσω με κάθε δυνατό
τρόπο», έγραψε στον καλλιτέχνη και τη σύζυγό του, Jacqueline Brauner. «Καθώς
πιστεύω πως είναι τρέλα να δυσκολεύεται ένας άνθρωπος τόσο ιδιοφυής όσο ο
Victor.»

Από τον κύκλο συλλεκτών του – και ενώ κατά τα χρόνια της δόξας πούλησε στους
Rockefeller, στους Rothschild και στον Πρόεδρο Georges Pompidou – ο Ιόλας
εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από τον Giovanni Agnelli, τον μεγιστάνα αυτοκινήτων της
Fiat. «Ο Agnelli ερχόταν και έλεγε, “Έχω δέκα λεπτά και θα πάρω αυτό, αυτό κι
αυτό”», λέει η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα. «Στο μυαλό του θείου μου, ο Agnelli ήταν
πραγματικός συλλέκτης επειδή ήταν γρήγορος και ποτέ δε ζητούσε τιμές.» Και όμως,
όταν η Claude Lalanne ετοιμαζόταν να συναντήσει τον Agnelli, ο Ιόλας επέμεινε να
αργήσει, για να υπογραμμίσει τη σπουδαιότητά της ως καλλιτέχνις.
Για τον Colacello, ο Ιόλας δεν ήταν πολύ μακριά από τον Salvador Dali.
«Οπλισμένος με τεράστιο εγωισμό, έβλεπε τον εαυτό του ως έναν άλλο Diaghilev,
ως τον θαυματοποιό πίσω από τον καθέναν τους», λέει. «Κάποτε είχε γκαλερί σε
κάθε μεγάλη πόλη, ακόμα και στην Πόλη του Μεξικού.» Ο Ιόλας ζούσε στα άκρα και
ήταν πάντα σε ένα αεροπλάνο, κινούμενος αδιάκοπα μεταξύ κύκλων διεθνών ελίτ. Σε
αυτό έμοιαζε με τον Sam Spiegel, που αποτέλεσε το θέμα της πρώτης μου
βιογραφίας (2003), τον παραγωγό του Χόλιγουντ πίσω από τις κλασικές ταινίες που
έχουν βραβευθεί με Όσκαρ, όπως το On The Waterfront και το Lawrence of Arabia.
Όπως ο Spiegel, ο Ιόλας είχε τα κότσια τυφλού διαρρήκτη και ήταν έτοιμος να κάνει
τα πάντα. Αυτό έγινε εμφανές όταν επισκέφθηκε τον Pablo Picasso με ένα
χαρτοφύλακα γεμάτο μετρητά. Ο ως γνωστόν φιλοχρήματος καλλιτέχνης είχε ήδη
προειδοποιήσει ότι δεν επρόκειτο να του πουλήσει τίποτα. Αλλά ο Ιόλας,
προσποιούμενος ότι έψαχνε τον αναπτήρα του, άφησε στιγμιαία να φανούν τα
μετρητά και ο Picasso συμφώνησε να πουλήσει. «Μετά επέμενε να μετρήσει κάθε
χαρτονόμισμα ξεχωριστά», λέει ο Mourgues. «Κράτησε ώρες.»
Όπως ο Spiegel, ήταν και ο Ιόλας πονηρός με τα χρήματα. «Συμφωνούσαμε στα
20.000 δολλάρια», λέει η Καρέλλα, «και έφταναν εδώ οι 18.000.» Ο Vincent Fremont έπρεπε να κρατά σημειώσεις όταν διαπραγματευόταν με τον Ιόλα. «Πάντα πλήρωνε προκαταβολές και ήταν πολύ περίπλοκο», παραδέχεται. «Μετά, πήγαινα στον Fred [Hughes] και του έλεγα, “Τι σου είπε ο Ιόλας;” Έπρεπε να είσαι σε εγρήγορση. Ήταν όπως όταν πετάς πιάτα στον αέρα, κάποιο πέφτει και δεν το βλέπεις γιατί γλιστράει στις χαραμάδες.» Ο Colacello διαισθάνεται ότι αυτός ο σφετερισμός χρημάτων προήλθε από μια ανάγκη για έλεγχο. «Του άρεσε να παίζει παιχνίδια, ο Ιόλας ήθελε να μπερδεύει τους πάντες», λέει. Αυτή η χειριστική συμπεριφορά σχετικά με τα χρήματα ήταν παράξενη επειδή ο Ιόλας ήταν γνωστός για τη γενναιοδωρία του. «Όταν ήμουν νέος και άγνωστος σχεδιαστής εσωτερικών χώρων, μου έδωσε το κρεβάτι Lalanna Cocodoll», αποκαλύπτει ο Jacques Grange. «Έδωσε επίσης οδηγίες στην Pauline Karpidas – μία από τις νέες και σημαντικές πελάτισσές του – να φοράει μόνο Yves Saint Laurent και να ζει μόνο σε εσωτερικούς χώρους Jacques Grange.» Ένα απίστευτο έργο τέχνης του Max Ernst δόθηκε στην Katie Aga Khan ενώ εργαζόταν για τον Ιόλα στη Γενεύη. «Είναι το καλύτερο από την περίοδό του, Époque des forêts», λέει η ίδια. Σε αντίθεση με τον Spiegel και άλλους αξιοσπούδαστους ανθρώπους, ο Ιόλας φερόταν απίστευτα καλά στην άμεση οικογένειά του. «Τον εκμεταλλεύτηκαν σε πολλά επίπεδα», δηλώνει ο Mourgues.

«Όντας Έλληνες εξ Αλεξανδρείας, έχασαν τα πάντα όταν ο Nasser εθνικοποίησε την Αίγυπτο [το 1952] και, τόσο ο Ιόλας όσο και η αδελφή του, Νίκη Stifel – που είχε παντρευτεί έναν πλούσιο Αμερικανό – πλήρωσαν για όλους.»

Περιέργως, ο Ιόλας ήταν αυστηρός θείος. «Ήθελε να έχω εξαιρετική εκπαίδευση, και πάντα με δοκίμαζε», λέει η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα. «Ανέφερα την Ελληνική
Επανάσταση και ο Ιόλας ήξερε όλα τα ονόματα. Η μνήμη του ήταν εξαιρετική.» Η
θεία της, η Νίκη, ήταν αλλιώς. «Πώς να την περιγράψω καλύτερα;» λέει. «Η Νίκη
έδωσε ένα φόρεμα στην Claude Lalanne και μετά έψαξε την ντουλάπα της και το
πήρε πίσω.»

Όλη η οικογένεια μαζευόταν στη Βίλλα Ιόλα τους καλοκαιρινούς μήνες. Χτισμένο
στην Αγία Παρασκευή, ένα μεσοαστικό προάστιο της Αθήνας, το λευκό μαρμάρινο
αρχοντικό ήταν ναός για τους καλλιτέχνες του Ιόλα. Υπήρχε ένα δωμάτιο
αφιερωμένο στον Warhol. Οι Lalanne είχαν δημιουργήσει τα κιγκλιδώματα της
σκάλας. Τα μπρούτζινα έπιπλα της Μαρίνας Καρέλλα είχαν τιμητική θέση στο
διάδρομο και μία από τις Nanas της Saint Phalle ήταν τοποθετημένη στο γρασίδι.
Κάποτε ξενάγησε την Christiana Brandolini. «Στο τέλος, ο Ιόλας είπε, “Πρέπει να
έρθεις να δεις το καλύτερο πράγμα που έχω”, και άνοιξε μια ντουλάπα που είχε
περίπου 120 γούνες», λέει. «Μετά φόρεσε μια από αυτές. Ήταν Αύγουστος.» Η Katie Aga Khan θυμάται κάποιες αρχαίες καρέκλες που συντηρούσε κάτω από διαφάνεια.

«Είπα, “Ιόλα, τι είναι αυτό;” Και απάντησε, “Μη και κάτσεις πάνω τους, είναι αξίας.”

Δεν είχα την πρόθεση, ήταν απαίσιες, αλλά ο Ιόλας πίστευε πως ήταν υπέροχες.»
Ο Giancarlo Giammetti, συνεταίρος του Valentino, πέταξε στην Αθήνα για να
αγοράσει έργα τέχνης του Φασιανού. «Και πάλι τον λατρεύω», λέει, «αλλά ο κύριος
Ιόλας μου ζήτησε να ανταλλάξω την αξία του πίνακα με ρούχα για τα αγόρια του!»
Και αυτό είχε αρχίσει να γίνεται ζήτημα. Ο λαμπρός έμπορος τέχνης άφηνε την
προσωπική ζωή να διαρρέει στην επαγγελματική. «Παρά τα εξαιρετικά επιτεύγματά
του, ο θείος μου δεν μπορούσε να μείνει μόνος», λέει η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα. «Και
παρόλο που έλεγε, “Δε φοβάμαι να πεθάνω”, φυσικά και φοβόταν.»
Αφού ο Ιόλας έκλεισε τις περισσότερες γκαλερί του και αποσύρθηκε στην Ελλάδα το
1983, η κατάσταση επιδεινώθηκε. «Ο Ιόλας ήταν ασυγκράτητος», λέει ο
Χριστόφορος Μάκος, ο οποίος τον γνώρισε για πρώτη φορά με τον Warhol. «Μα
υπάρχουν πολλά νεαρά αγόρια στα οποία αρέσει να έχουν μια “πατρική φιγούρα”.
Όταν γνωρίζουν όλοι ποιο είναι το αντάλλαγμα, μαθαίνουν πράγματα.» Παρόλα
αυτά, οι οικείοι του Ιόλα κατηγορούν έναν νεαρό άνδρα, ονόματι Adonis Nikoli,
γνωστό για μιμήσεις της Μαρίας Κάλλας. «Ο Nikoli ήταν τόσο κακόβουλος», λέει η
ανιψιά του Ιόλα. «Ο θείος μου τον γνώρισε μέσω ενός από τους καλλιτέχνες του, του
Γιάννη Τσαρούχη, και τον περιμάζεψε όταν ο Γιάννης τον πέταξε έξω. Είχε πιάσει

τον Nikoli να κλέβει. Αλλά ήταν πολύ προικισμένος στο να κατασκευάζει ντουλάπες
και να φτιάχνει συνθέσεις λουλουδιών. Μετά ο Nikoli άρχισε να κλέβει από τον Ιόλα.
Ξεκίνησε με παντόφλες και προχώρησε σε σοβαρά κομμάτια.» Δυστυχώς, όταν ο
Ιόλας τον πέταξε έξω, ο Nikoli συγκέντρωσε διάφορους Έλληνες δημοσιογράφους
και κατηγόρησε τον έμπορο τέχνης για αρχαιοκαπηλία και παιδοφιλία, είπε ένα σωρό ψέματα. «Λάσπωσαν το όνομα του Ιόλα στον Ελληνικό τύπο», λέει η Κουτσούδη- Ιόλα. «Γι’ αυτό το λόγο έγραψα το βιβλίο μου, Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας: Ο Άνθρωπος Πίσω από τον Μύθο (2021). Ήθελα όλοι να μάθουν την πραγματική ιστορία.» Ο Warhol ήρθε επίσης προς υπεράσπισή του. «Βρήκε το μπελά του και ο Andy υπέγραψε επιστολή χαρακτήρα», λέει ο Fremont. Άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι ο Ιόλας είχε HIV, αλλά ο Mourgues τις αμφισβητεί, όπως και ο Fremont.«Είχε κάνει επέμβαση τριπλού bypass στη Νέα Υόρκη.» λέει ο Fremont. «Λίγες
μέρες αργότερα, ήταν όρθιος και τριγυρνούσε. Είχε τεράστια ενέργεια για τόσο
ηλικιωμένο άτομο.»

Ο Bob Colacello επισκέφθηκε, μαζί με τον έμπορο τέχνης Thomas Ammann, την
Βίλλα Ιόλα το 1986, το προηγούμενο καλοκαίρι από το θάνατο του Ιόλα.
«Φυλασσόμενο από ένα ζευγάρι Βυζαντινών λιονταριών, ήταν το μόνο παλάτι στο
τετράγωνο», λέει ο συγγραφέας. «Βρήκαμε τον Ιόλα ξαπλωμένο στο νεκροκρέβατό
του, μια επιχρυσωμένη νεο-Αιγυπτιακή σεζλόνγκ. Δεν πέθαινε πραγματικά, απλά
έπαιζε, σαν την Greta Garbo, για να ενοχλήσει τον Brooks [Jackson] και τον André
Mourgues, που υπέφεραν καιρό. Και οι δύο τον φρόντιζαν για εβδομάδες,
περιμένοντας να αποφασίσει ποιος θα έπαιρνε ποιον Picasso.» Εν τω μεταξύ, μια
ντόπια τραβεστί συνέβαλε στο δράμα όταν χόρεψε με πέπλα γύρω από το κρεβάτι
του ασθενούς. «Αγαπημένε Robertino», είπε ο Ιόλας με κομμένη την ανάσα, «πόσο
ευγενικό εκ μέρους σου να έρθεις μέχρι εδώ για να δεις έναν ετοιμοθάνατο άνθρωπο. »

Ο Μεγαλέξανδρος συγκέντρωσε τη δύναμή του για την τελευταία έκθεση του Warhol, με σχέδια και πίνακες βασισμένα στον Μυστικό Δείπνο του Leonardo da Vinci, στο Palazzo του Μιλάνου. «Είναι πολύ γλυκό που ο Ιόλας βγήκε από το νοσοκομείο για να με συναντήσει στο αεροδρόμιο», γράφει ο Warhol στα απομνημονεύματά του. Ο Χριστόφορος Μάκος περιέγραψε τον Ιόλα να εμφανίζεται «με το μεγαλύτερο κασκόλ που έχω δει ποτέ». «Ο Ιόλας ήταν μεγαλοπρεπής και ασυμβίβαστος», λέει ο Μάκος – ακόμα κι αν ο Warhol πίστευε ότι η εσάρπα τον έκανε να μοιάζει με γριούλα.

Μετά το θάνατο του Warhol, ο Ιόλας πήγε στη Νέα Υόρκη για θεραπεία. «Πήγα να
τον δω στο νοσοκομείο. Ήταν πολύ αδύνατος», λέει η Μαρίνα Καρέλλα. «Όταν
επέστρεψα, δεν επιτρεπόταν σε κανέναν να τον δει.» Η Νίκη Stifel έφερε τον Ιόλα
ένα τελευταίο ταξίδι στην Ελλάδα. Η ανιψιά τους έπρεπε να ζητήσει δικαστική εντολή για να τον δει. «Ήταν σε άθλια κατάσταση, όλο έκανε περίεργες κινήσεις – σχεδόν σαν νευρικoύς σπασμούς», λέει η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα. «Νομίζω ότι ήταν
σύμπτωμα του AIDS.»

Ωστόσο, όταν ο Ιόλας τελικά πέθανε στις 8 Ιουνίου 1987, το πιστοποιητικό του
Αμερικανικού Νοσοκομείου δήλωσε ότι αιτία θανάτου ήταν η σηψαιμία. «Ήταν
μεγάλος και είχε προβλήματα», λέει ο Mourgues. Και στη νεκρολογία των New York
Times από τον John Russell, αναφέρονται μόνο η αδελφή του, Νίκη, και οι κόρες
της· και καθόλου η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, η αγαπημένη του ανιψιά, η οποία καταλήγει, «Τι θλιβερή γυναίκα που ήταν η θεία μου. Ποτέ τίποτα δεν ήταν αρκετό.»

Η τελευταία τραγωδία ήταν η λεηλασία της Βίλας Ιόλα. Αρχικά, υπήρχαν σχέδια να
μετατραπεί σε ινστιτούτο τέχνης και να δοθεί στο Ελληνικό κράτος. Αντ’ αυτού,
βανδαλίστηκε απερίσκεπτα. Είχαν ψεκάσει με μπογιές όλους τους τοίχους και οι
απίστευτοι κατάλογοι του Ιόλα είχαν καεί βάναυσα από ντόπιους ναρκομανείς σαν
νεκρική πυρά. «Ήταν μια σοκαριστική σφαγή», λέει η Κουτσούδη-Ιόλα. «Δεν ήθελα
να επιστρέψω ποτέ.» Αλλά, όπως είπε κάποτε ο Ιόλας, «Υπάρχει αρκετή κίνηση και
τρέλα στη ζωή, που δεν καταλαβαίνω γιατί κάποιος να κοιτάζει στο παρελθόν.»
Παρόλα αυτά, μπορούμε εύκολα να φανταστούμε πως το μάτι του Ιόλα συνεχίζει σε
διάσημες συλλογές. «Ήταν φως καθοδήγησης και το πιο μοναδικό άτομο», λέει ο
Vincent Fremont. «Υπάρχουν πολλοί έμποροι τέχνης που ασκούν επιρροή, αλλά
είναι δύσκολο να βρεις κάποιον τόσο αστραφτερό.»

Like this article?